Ο τελευταίος να κλείσει την πόρτα
Ευλογημένος τόπος η Ελλάδα. Ωραίο πράγμα να ζεις στην Ελλάδα. Αν είσαι βέβαια ιδιοκτήτης καφετέριας-bar. Ή ασχολείσαι με την «διαχείριση» κοινοτικών κονδυλίων. Η είσαι μεγαλογιατρός και την τελευταία φορά που έδωσες απόδειξη για επίσκεψη η Σμύρνη ήταν ακόμα δική μας.
Για όλους τους υπόλοιπους, η Ελλάδα τους έμαθε «να μην την υποφέρουν» όπως ωραία λέει και ο κυρ Νίκος ο Παπάζογλου. Ναι ξέρω, σίγα μην ανακάλυψα τον τροχό. Έτσι ήταν, έτσι είναι και έτσι θα είναι.. Όμως τον τελευταίο καιρό, κάτι αρχίζει να διαφοροποιείται, κάτι που μας κάνει να πλησιάζουμε σε ένα επικίνδυνο σταυροδρόμι. Και αυτό το κάτι έχει να κάνει με την ελεύθερη μετακίνηση των εργαζομένων στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Ελλάδα, κατά την πρόσφατη ιστορία της, έγινε μάρτυρας πολλών μεταναστευτικών ρευμάτων προς διάφορες γωνίες του κόσμου. Κυρίως λόγω οικονομικών αιτιών, και ελάχιστες φορές λόγω πολιτικών αφορμών, πολλοί έλληνες αποφάσισαν να δοκιμάσουν τις τύχες τους στο εξωτερικό. Όμως ,λαμβάνοντας υπόψη και τα κίνητρα της μετανάστευσης, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι τέτοιου είδους μετανάστες ήταν ως επί το πλείστον εργατικό δυναμικό με σχετικά χαμηλό μορφωτικό επίπεδο.
Στην παρούσα φάση όμως, έχει αρχίσει να διακρίνεται η μορφοποίηση ενός μεταναστευτικού ρεύματος με αρκετά διαφορετικά χαρακτηριστικά και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Πρόκειται για τους μετανάστες «υψηλής προστιθέμενης αξίας». Έλληνες εργαζόμενους ηλικίας 25-35, με υψηλό μορφωτικό επίπεδο και σχετικά υψηλό βαθμό εξειδίκευσης, οι οποίοι επιλέγουν να εργαστούν και να ζήσουν στο εξωτερικό. Εννοείται ότι δεν μιλάμε πλέον για μετανάστες-εργάτες αφού σε αυτούς κάνουμε εδώ και καμιά δεκαριά χρόνια εισαγωγές από βαλκανικά και αφρικανικά κράτη.
Οι λόγοι που παρατηρείται μια έξαρση σε αυτού του είδους μετανάστευσης (σε βαθμό που να μπορεί να χαρακτηριστεί πλέον ως «κύμα») είναι αρκετοί. Ένας από αυτούς, ο βασικότερος κατά την γνώμη μου, είναι η αυξανόμενη εξοικείωση του μέσου έλληνα με την ζωή στο εξωτερικό.
Ένα πολύ μεγάλο ποσοστό φοιτητών είτε μέσω προπτυχιακών είτε μέσω μεταπτυχιακών σπουδών, έχουν πλέον μια αρκετά καλή εικόνα για το πώς είναι η ζωή σε χώρες όπως η Αγγλία ή η Αμερική. Βλέπουν έναν διαφορετικό τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας των πραγμάτων και οι συγκρίσεις με τον εδώ τρόπο ζωής είναι αναπόφευκτες. Μπορούν να κρίνουν από καλύτερη βάση πόσο μας «κοστίζει»-άμεσα και έμμεσα- ο ήλιος και η θάλασσα μας. Μπορούν να βάλουν με μεγαλύτερη ευκολία στη ζυγαριά από την μία τους φίλους και την οικογένεια, τον καιρό, τις φυσικές ομορφιές και τις δυνατότητες διασκέδασης και από την άλλη την αναξιοκρατία, τον ωχαδερφισμο και την ελληνική καπατσοσύνη. Και το τελευταίο χρονικό διάστημα κερδίζει συνεχώς έδαφος η λογική του «μήπως δεν αξίζει τον κόπο και πρέπει να ανοίξω πανιά για άλλες πολιτείες;»(ή κοινώς μήπως να πάρω πούλο;)
Ο δικηγόρος του διαβόλου θα πει «Εντάξει ρε φίλε αλλά γιατί αυτό είναι κακό; Και πριν γινόταν, και θα πέφτουν τα εμβάσματα και όταν γυρίσουν θα φέρουν και κάνα know how». Σωστέας Γείτονας θα απαντήσω, αλλά με μια επιφύλαξη. Και αυτή έχει να κάνει με την σύνθεση του μεταναστευτικού ρεύματος. Πρόκειται για πολίτες που βρίσκονται στην ωριμότερη φάση της ζωής τους και αποφασίζουν συνειδητά ότι η ζωή στην Ελλάδα πλέον για διάφορους λόγους δεν «παλεύεται». Δηλαδή ουσιαστικά πρόκειται για άτομα α)μπουχτισμένα με τα τωρινά κακώς κείμενα και β)που υπό κανονικές συνθήκες (εάν δεν αποχωρούσαν) θα στελέχωναν τις γραμμές αυτών που με κάποιο τρόπο θα μπορούσαν ή θα επιθυμούσαν να αντιδράσουν στις υφιστάμενες ψυχοφθόρες καταστάσεις που μας έχουν περικυκλώσει. Τουτέστιν, το υπό συζήτηση μεταναστευτικό κύμα (που θα μπορούσε άνετα να έχει και ως σύνθημα το «η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της») ουσιαστικά απομυζεί το core group των ατόμων εκείνων τα οποία θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν κάποιας μορφής αντίδραση στην λαίλαπα της αναξιοκρατίας, της αισθητικής Fame Story και του νεοπλουτισμού κάνοντας την επέλαση των τελευταίων στη καθημερινότητα μας ακόμα πιο εύκολη.
Δυστυχώς, επειδή η επιχειρηματολογία υπέρ της μετακίνησης στο εξωτερικό είναι βάσιμη και την συμμερίζομαι σε μεγάλο βαθμό και εγώ, δεν μπορώ να κάνω την παραμικρή κριτική περί «λιποταξίας» και επιλογής της εύκολης λύσης-αποχώρησης. Αυτό όμως που μπορώ με σχετική βεβαιότητα να ισχυριστώ, είναι ότι η ενδυνάμωση του μεταναστευτικού αυτού φαινομένου (φάση «ο τελευταίος να κλείσει την πόρτα») θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στην επιδείνωση όλων αυτών των καταστάσεων που αποτελούν και την κινητήρια αφορμή του, δηλαδή θα γίνουμε μάρτυρες ενός φαύλου κύκλου αρνητικών επιπτώσεων.
Για καλό και για κακό πάντως, ας έχουμε το διαβατήριο πρόχειρο.
Για όλους τους υπόλοιπους, η Ελλάδα τους έμαθε «να μην την υποφέρουν» όπως ωραία λέει και ο κυρ Νίκος ο Παπάζογλου. Ναι ξέρω, σίγα μην ανακάλυψα τον τροχό. Έτσι ήταν, έτσι είναι και έτσι θα είναι.. Όμως τον τελευταίο καιρό, κάτι αρχίζει να διαφοροποιείται, κάτι που μας κάνει να πλησιάζουμε σε ένα επικίνδυνο σταυροδρόμι. Και αυτό το κάτι έχει να κάνει με την ελεύθερη μετακίνηση των εργαζομένων στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Ελλάδα, κατά την πρόσφατη ιστορία της, έγινε μάρτυρας πολλών μεταναστευτικών ρευμάτων προς διάφορες γωνίες του κόσμου. Κυρίως λόγω οικονομικών αιτιών, και ελάχιστες φορές λόγω πολιτικών αφορμών, πολλοί έλληνες αποφάσισαν να δοκιμάσουν τις τύχες τους στο εξωτερικό. Όμως ,λαμβάνοντας υπόψη και τα κίνητρα της μετανάστευσης, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι τέτοιου είδους μετανάστες ήταν ως επί το πλείστον εργατικό δυναμικό με σχετικά χαμηλό μορφωτικό επίπεδο.
Στην παρούσα φάση όμως, έχει αρχίσει να διακρίνεται η μορφοποίηση ενός μεταναστευτικού ρεύματος με αρκετά διαφορετικά χαρακτηριστικά και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Πρόκειται για τους μετανάστες «υψηλής προστιθέμενης αξίας». Έλληνες εργαζόμενους ηλικίας 25-35, με υψηλό μορφωτικό επίπεδο και σχετικά υψηλό βαθμό εξειδίκευσης, οι οποίοι επιλέγουν να εργαστούν και να ζήσουν στο εξωτερικό. Εννοείται ότι δεν μιλάμε πλέον για μετανάστες-εργάτες αφού σε αυτούς κάνουμε εδώ και καμιά δεκαριά χρόνια εισαγωγές από βαλκανικά και αφρικανικά κράτη.
Οι λόγοι που παρατηρείται μια έξαρση σε αυτού του είδους μετανάστευσης (σε βαθμό που να μπορεί να χαρακτηριστεί πλέον ως «κύμα») είναι αρκετοί. Ένας από αυτούς, ο βασικότερος κατά την γνώμη μου, είναι η αυξανόμενη εξοικείωση του μέσου έλληνα με την ζωή στο εξωτερικό.
Ένα πολύ μεγάλο ποσοστό φοιτητών είτε μέσω προπτυχιακών είτε μέσω μεταπτυχιακών σπουδών, έχουν πλέον μια αρκετά καλή εικόνα για το πώς είναι η ζωή σε χώρες όπως η Αγγλία ή η Αμερική. Βλέπουν έναν διαφορετικό τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας των πραγμάτων και οι συγκρίσεις με τον εδώ τρόπο ζωής είναι αναπόφευκτες. Μπορούν να κρίνουν από καλύτερη βάση πόσο μας «κοστίζει»-άμεσα και έμμεσα- ο ήλιος και η θάλασσα μας. Μπορούν να βάλουν με μεγαλύτερη ευκολία στη ζυγαριά από την μία τους φίλους και την οικογένεια, τον καιρό, τις φυσικές ομορφιές και τις δυνατότητες διασκέδασης και από την άλλη την αναξιοκρατία, τον ωχαδερφισμο και την ελληνική καπατσοσύνη. Και το τελευταίο χρονικό διάστημα κερδίζει συνεχώς έδαφος η λογική του «μήπως δεν αξίζει τον κόπο και πρέπει να ανοίξω πανιά για άλλες πολιτείες;»(ή κοινώς μήπως να πάρω πούλο;)
Ο δικηγόρος του διαβόλου θα πει «Εντάξει ρε φίλε αλλά γιατί αυτό είναι κακό; Και πριν γινόταν, και θα πέφτουν τα εμβάσματα και όταν γυρίσουν θα φέρουν και κάνα know how». Σωστέας Γείτονας θα απαντήσω, αλλά με μια επιφύλαξη. Και αυτή έχει να κάνει με την σύνθεση του μεταναστευτικού ρεύματος. Πρόκειται για πολίτες που βρίσκονται στην ωριμότερη φάση της ζωής τους και αποφασίζουν συνειδητά ότι η ζωή στην Ελλάδα πλέον για διάφορους λόγους δεν «παλεύεται». Δηλαδή ουσιαστικά πρόκειται για άτομα α)μπουχτισμένα με τα τωρινά κακώς κείμενα και β)που υπό κανονικές συνθήκες (εάν δεν αποχωρούσαν) θα στελέχωναν τις γραμμές αυτών που με κάποιο τρόπο θα μπορούσαν ή θα επιθυμούσαν να αντιδράσουν στις υφιστάμενες ψυχοφθόρες καταστάσεις που μας έχουν περικυκλώσει. Τουτέστιν, το υπό συζήτηση μεταναστευτικό κύμα (που θα μπορούσε άνετα να έχει και ως σύνθημα το «η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της») ουσιαστικά απομυζεί το core group των ατόμων εκείνων τα οποία θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν κάποιας μορφής αντίδραση στην λαίλαπα της αναξιοκρατίας, της αισθητικής Fame Story και του νεοπλουτισμού κάνοντας την επέλαση των τελευταίων στη καθημερινότητα μας ακόμα πιο εύκολη.
Δυστυχώς, επειδή η επιχειρηματολογία υπέρ της μετακίνησης στο εξωτερικό είναι βάσιμη και την συμμερίζομαι σε μεγάλο βαθμό και εγώ, δεν μπορώ να κάνω την παραμικρή κριτική περί «λιποταξίας» και επιλογής της εύκολης λύσης-αποχώρησης. Αυτό όμως που μπορώ με σχετική βεβαιότητα να ισχυριστώ, είναι ότι η ενδυνάμωση του μεταναστευτικού αυτού φαινομένου (φάση «ο τελευταίος να κλείσει την πόρτα») θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στην επιδείνωση όλων αυτών των καταστάσεων που αποτελούν και την κινητήρια αφορμή του, δηλαδή θα γίνουμε μάρτυρες ενός φαύλου κύκλου αρνητικών επιπτώσεων.
Για καλό και για κακό πάντως, ας έχουμε το διαβατήριο πρόχειρο.
Τα πτυχία copies κτώνται
No comments:
Post a Comment